...........................................................................Άνθρωποι και Φύση πάνω από τα κέρδη.................

ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ

ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
.......................με καθημερινή ειδησεογραφία....................καλή και παραγωγική χρονιά το 2016...............................

Πέμπτη 23 Ιανουαρίου 2014

Σύμφωνα με νέο νόμο, θα είναι παράνομο να αναπτυχθούν, να αναπαραχθούν ή να ανταλλαχθούν προς σπορά κηπευτικών ή δέντρων σπόροι που δεν έχουν ελεγχθεί και εγκριθεί από τον Οργανισμό Φυτικών Ποικιλιών της Ε.Ε.


01/20/2014

Σύμφωνα με νέο νόμο, θα είναι παράνομο να αναπτυχθούν, να αναπαραχθούν ή να ανταλλαχθούν προς σπορά κηπευτικών ή δέντρων σπόροι που δεν έχουν ελεγχθεί και εγκριθεί από τον Οργανισμό Φυτικών Ποικιλιών της Ε.Ε.

Καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση των κατευθυντήριων οδηγιών της ευρωπαϊκής νομοθεσίας έπαιξε το λόμπι της βιομηχανίας σπόρων διά μέσου της Ευρωπαϊκής Ενωσης Σπόρων, της Copa-Cogeca, που εκπροσωπεί τη βιομηχανοποιημένη αγροτική παραγωγή, και της FoodDrinkEurope, που εκπροσωπεί τις μεγάλες πολυεθνικές τροφίμων

Εδώ και 50 χρόνια, η ευρωπαϊκή νομοθεσία σχετικά με την εμπορία σπόρων στρώνει το κόκκινο χαλί για τις σύγχρονες ποικιλίες τους που είναι προστατευμένες από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, είναι δηλαδή πατενταρισμένες από πολυεθνικές εταιρείες που τις κατέχουν και τις εκμεταλλεύονται. Σήμερα, η Ε.Ε. είναι έτοιμη να μεταρρυθμίσει εκ βάθρων την ευρωπαϊκή νομοθεσία σχετικά με την εμπορία των σπόρων. Οι καινούργιοι κανόνες που θα αφορούν την εμπορία τους θα είναι ένα από τα τελευταία καυτά θέματα που θα συζητηθούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από τις ευρωεκλογές. Κι απ’ ό,τι φαίνεται, πρόκειται για μια μοναδική ευκαιρία για τη βιομηχανία των σπόρων να εδραιώσει την κυριαρχία της στην ευρωπαϊκή αλλά και στην παγκόσμια αγορά -η εμπορική αξία της οποίας υπολογίζεται σε περίπου 45 δισ. δολάρια και της ευρωπαϊκής σε 9 δισ. δολάρια ετησίως- και να απαλλαγεί διά παντός από τους «ανταγωνιστές» της.

Ποιοι είναι οι «ανταγωνιστές»

Σε αυτή την περίπτωση οι «ανταγωνιστές» της είναι οι αγρότες, οι βιολογικοί κτηνοτρόφοι και όσοι παράγουν παραδοσιακές γεωργικές ποικιλίες σπόρων που βρίσκονται έξω από το πλαίσιο της συμβατικής βιομηχανίας και είναι ελεύθεροι από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Καθώς οι σπόροι αποτελούν το σημείο εκκίνησης για ολόκληρη την τροφική αλυσίδα ο έλεγχος αυτού του τομέα είναι το απόλυτο κλειδί, κάτι που κατανοούν καλά και οι αγροτροφικοί γίγαντες, όπως η Monsanto, η Dow, η KWS και η Syngenta, οι οποίοι αντιπροσωπεύονται από την Ευρωπαϊκή Ενωση Σπόρων (ESA).
Σήμερα, οι τέσσερις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου ελέγχουν περίπου το 58% της παγκόσμιας αγοράς, οι δέκα μεγαλύτερες ελέγχουν το 73% και αυτή η συγκέντρωση εξακολουθεί να αυξάνεται. Εν τούτοις, οι ίδιες οι πολυεθνικές ισχυρίζονται πως σήμερα χάνουν το 40% των εν δυνάμει αγορών, λόγω «παράνομης αναπαραγωγής», αλλά και καλλιέργειας μη καταχωρισμένων ποικιλιών σπόρων.
Ουσιαστικά, η βιομηχανία των σπόρων επιδιώκει τη θέσπιση και εφαρμογή μιας νέας κοινής ευρωπαϊκής νομοθεσίας που θα καθιερώνει τη μοριακή σήμανση. Με την ταυτοποίηση των ποικιλιών, μέσω μιας τεχνολογίας γενετικής ακολουθίας, οι εταιρείες θα μπορούν να αναγνωρίζουν τις ποικιλίες τους στις αγροτικές καλλιέργειες. Με αυτόν τον τρόπο, οι αγρότες θα υποχρεώνονται να ακολουθούν τους εξαιρετικά περιοριστικούς όρους της χρήσης των πατενταρισμένων σπόρων με μία και μοναδική σπορά από την οποία ο σπόρος που προκύπτει θα αποτελεί εκ νέου ιδιοκτησία της πολυεθνικής ή καλλιεργώντας σπόρους με γονίδια που δεν αφήνουν το φυτό να παράγει νέους.
Τον περασμένο Μάιο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε μια πρόταση μέτρων «για την ενίσχυση της επιβολής των προτύπων υγείας και ασφάλειας στο σύνολο της αγροδιατροφικής αλυσίδας». Ανάμεσα σε άλλες ρυθμίσεις, η πρόταση περιλάμβανε μέτρα για το φυτικό αναπαραγωγικό υλικό, συμπεριλαμβανομένων και των σπόρων, με ένα νέο σχέδιο νόμου για την παραγωγή και διάθεση στην αγορά φυτικού αναπαραγωγικού υλικού.
Μέχρι και πριν από μερικά χρόνια, η εμπορία σπόρων μη καταχωρισμένων ποικιλιών (τοπικών, παραδοσιακών και ιδιοπαραγόμενων) δεν υφίστατο ουσιαστικό έλεγχο στις περισσότερες χώρες, αφού αυτοί αποτελούσαν ένα σχετικά μικρό κομμάτι της αγοράς και η διακίνησή τους γινόταν, κυρίως, χωρίς ανταγωνιστικές εμπορικές προθέσεις.
Ομως, με τον νέο νόμο θεσπίζονται περιορισμοί για όλους τους σπόρους που χρησιμοποιούνται στη γεωργία και τη δασοκομία στην Ευρώπη. Σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο του νέου νόμου, μετά την κύρωσή του θα γίνονταν παράνομες η καλλιέργεια, η αναπαραγωγή και η εμπορία κάθε σπόρου ή αναπαραγωγικού υλικού που δεν έχει ελεγχθεί και πιστοποιηθεί από το Κοινοτικό Γραφείο Φυτικής Ποικιλότητας. Οι ποικιλίες σπόρων θα πρέπει να εγγράφονται σε έναν κατάλογο, ενώ επιβάλλονται περιορισμοί στο εμπόριο για τις παραδοσιακές και σύγχρονες ποικιλίες σπόρων.

Παραδοσιακές ποικιλίες φυτών που μέχρι τη δημοσίευση του νόμου δεν έχουν ακόμη αναγνωριστεί ή δεν έχουν καταγραφεί στον κατάλογο, θα κινδυνεύουν να μπουν στην «παρανομία», προειδοποιούσαν οργανώσεις από την Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη.
Σύμφωνα με τον νέο νόμο, θα είναι παράνομο να αναπτυχθούν, να αναπαραχθούν ή να ανταλλαχθούν σπόροι προς σπορά κηπευτικών ή δέντρων, που δεν έχουν ελεγχθεί και εγκριθεί από τον Οργανισμό Φυτικών Ποικιλιών της Ε.Ε., ο οποίος θα δημιουργήσει μια λίστα των εγκεκριμένων ποικιλιών που θα μπορούν να διακινούνται στην Ε.Ε. Επιπλέον, θα πρέπει να καταβάλλεται ένα ετήσιο τέλος στον συγκεκριμένο Οργανισμό (που αγγίζει περίπου τα 3.500 ευρώ για μία και μόνο ποικιλία!), ώστε να παραμείνουν οι συγκεκριμένες ποικιλίες στον κατάλογο.
Η μη καταβολή του τέλους θα ισοδυναμεί με αφαίρεση από τη λίστα και απαγόρευση της καλλιέργειάς τους. Με το τροποποιημένο -για τέταρτη φορά- υπό διαβούλευση σχέδιο, δεν θα θεωρούνται πλέον παράνομες η διατήρηση και ανταλλαγή μη εγκεκριμένων σπόρων από ιδιώτες κηπουρούς ή παραγωγούς, η παραγωγή και πώληση μη εγκεκριμένων ποικιλιών από ιδιώτες και μικρούς οργανισμούς (όμως, μόνον αν έχουν λιγότερους από 10 υπαλλήλους), ενώ για παλαιές παραδοσιακές ποικιλίες προβλέπονται μόνο πιο χαλαροί κανόνες καταχώρισης.
Παρ’ όλες αυτές τις αλλαγές, το τρέχον σχέδιο νόμου φαίνεται να δημιουργεί πολλά και υπερβολικά γραφειοκρατικά εμπόδια, μεταξύ των οποίων η ανάγκη απόδειξης της σπουδαιότητας κάποιας συγκεκριμένης ποικιλίας, ο περιορισμός της παραγωγής και διανομής των τοπικών σπόρων μόνο στις περιοχές καταγωγής τους (!), ενώ δεν αποκλείεται μελλοντική αυστηροποίηση των «χαλαρών κανόνων» με τροποποιήσεις, χωρίς ανάγκη νέας επικύρωσης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Και το κυριότερο, οι περιορισμοί που προβλέπεται να ισχύσουν για τις παλαιές και σπάνιες ποικιλίες σπόρων εγείρουν εμπόδια στη διάδοση της ποικιλότητας και την αξιοποίηση του δυναμικού της. Η υψηλή ομοιομορφία των φυτών που επιχειρείται θα εξαφανίσει ό,τι έχει απομείνει από την παραδοσιακή γεωργία, που ήταν ο κύριος μοχλός διαμόρφωσης της σημερινής ποικιλότητας καλλιεργούμενων φυτών.
Επιπλέον, υπάρχει ορατός κίνδυνος οι εν λόγω περιορισμοί μέσω διακρατικών εμπορικών συνθηκών να επεκταθούν και σε χώρες εκτός Ε.Ε., ακόμη και σε αυτές όπου οι σπόροι παράγονται από γεωργούς και όχι από εταιρείες. Καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση των κατευθυντήριων οδηγιών της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, με εντονότατες πιέσεις προς τα όργανα της Ε.Ε. και προς τη Γενική Διεύθυνση Υγείας και Καταναλωτών, έπαιξε το λόμπι της βιομηχανίας σπόρων διά μέσου της Ευρωπαϊκής Ενωσης Σπόρων, της Copa-Cogeca, που εκπροσωπεί τη βιομηχανοποιημένη αγροτική παραγωγή και της FoodDrinkEurope, που εκπροσωπεί τις μεγάλες πολυεθνικές τροφίμων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ομάδα ετοιμασίας της πρότασης νόμου συμμετείχε ως εμπειρογνώμονας η πρώην διευθύντρια διεθνών σχέσεων του GNIS, ενός ομίλου που υπερασπίζει τα συμφέροντα της σπορο-βιομηχανίας στη Γαλλία.
Αλλά και σε ό,τι αφορά το προπαρασκευαστικό στάδιο για την εισαγωγή και κοινοποίηση του νέου νομοθετικού πλαισίου για τους σπόρους οι περιλήψεις, τα δελτία Τύπου και τα απλουστευμένα κείμενα για το κοινό είχαν επιλεκτικές αναφορές και ήταν συχνά παραπλανητικά, ενώ υπήρξαν και σαφείς δυσκολίες στον εντοπισμό πληροφοριών για το χρονοδιάγραμμα, την πορεία των διαβουλεύσεων και τις αλλαγές που γίνονται.
Οι λεπτομέρειες ενίοτε βρίσκονταν σε άσχετα κείμενα ή καλύπτονταν από στρώματα δύσληπτων νομικών και τεχνικών διατυπώσεων. Δεν είναι παράξενο, λοιπόν, που η διαδικασία αναθεώρησης του πλαισίου για το φυτικό υλικό, αν και ξεκίνησε το 2008, άργησε πολύ να γίνει δημόσια αντιληπτή.


Το ζήτημα θα συζητηθεί στην Επιτροπή Γεωργίας στις 30 Ιανουαρίου και στην Επιτροπή Περιβάλλοντος στις 10 Φεβρουαρίου, ενώ η επόμενη συζήτηση στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχει προσδιοριστεί για τον ερχόμενο Απρίλιο.

Σε όλη Ευρώπη, αλλά και στη χώρα μας έχει αναπτυχθεί ένα σημαντικό κίνημα για την ανακάλυψη, διατήρηση και διάδοση παλαιών φυτικών ποικιλιών, καθώς και καλλιεργητικών μεθόδων προσαρμοσμένων στα οικοσυστήματα, το οποίο ορθώνει το ανάστημά του απέναντι στις μεγάλες εταιρείες και τη λογική των μονοκαλλιεργειών. Και δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο το γεγονός ότι, πρόσφατα, οι εναλλακτικές αγροτικές πρακτικές, περιθωριοποιημένες κατά την ακμή της βιομηχανικής γεωργίας, άρχισαν να προσελκύουν κοινωνικό αλλά και εμπορικό και πολιτικό ενδιαφέρον, κυρίως λόγω της οικολογικής τους σημασίας για την διατήρηση της βιοποικιλότητας.

Απόδειξη; Η κατάμεστη αίθουσα του Πολιτιστικού Κέντρο Ελληνικού στην εκδήλωση που διοργανώθηκε το περασμένο Σάββατο (11/1) με θέμα «Αντίσταση στην παγκόσμια βιομηχανία σπόρων – Ελεγχος σπόρων = Ελεγχος τροφής» από τον Αυτοδιαχειριζόμενο Αγρό στο Ελληνικό, στην οποία συμμετείχαν ο Βοτανικός Κήπος Πετρούπολης, το Πελίτι, οι Δρυάδες, Ο Κήπος της Αφθονίας, η ΒΙΟ.ΖΩ., η Εναλλακτική Δράση για Ποιότητα Ζωής και ο Σύλλογος Βιοκαλλιεργητών Αγορών Αττικής, ενώ την υποστήριξαν ο Δήμος Ελληνικού-Αργυρούπολης και οι συλλογικότητες «Υπόστεγο», «Βλαστός» και «Λαγούμι».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου